Ταμένο blog...
στίγματα κάποιων στιγμών
και θαυμάτων

Παρασκευή 6 Ιουνίου 2014

"΄Αλλη" συχνότητα... - Τι άλλαξε στον Άγιο Νεκτάριο; Τι; (2 οι τίτλοι)

Ψυχοσάββατο αύριο και φυσικά,δε θα το ξεχνούσα! Ποτέ δε θα άφηνα τις αγαπημένες μου ψυχές, χωρίς τα Χρυσά Κόλυβα, να μού γυρίσουν πίσω στη θέση τους, παραπονεμένοι και κλαμμένοι!
(Έτσι μου είπαν πριν πολλά πολλά χρόνια, έτσι λέει, λέει η παράδοση, έτσι κάνω.)

Αν και εδώ δεν είναι ημερολόγιό μου σταθερό, αν και πνίγομαι στις δουλειές, έτρεξα σαν τρελή να δω τις φωτογραφίες μου και εν περιλήψει, θέλω να κρατήσω δημόσια ένα στίγμα της ημέρας. Δε ξέρω, αν είναι σωστό ή λάθος, μα, για να οδηγούμαι εδώ, χωρίς εμπόδια.... μάλλον πρέπει να γράψω.
Πάμε στα πεταχτά.

Σήμερα, 6 με 6,30 περίμενα έναν μάστορα, γι'αυτό και βιαζόμουνα. Κατά τις 5 και, ήμουνα έτοιμη και πήγαινα με τα πόδια να διαβάσω το σταράκι μου. Όπου έβρισκα παπά, θα διάβαζα. Έχει τύχει να πάω, ακόμα και σε τρεις εκκλησιές, ακόμα και εκτός της περιοχής μου, μα πίσω, αδιάβαστο, δεν το γυρίζω!
Ξεκινάω. Πρώτο εμπόδιο, ο άντρας μου με τον μάστορα! "Μα, είπαμε αργότερα! Τώρα;  Δε γυρίζω πίσω. Ανεβείτε εσείς και θα γυρίσω γρήγορα! Θα τρέξω! Δε φταίω εγώ που ήρθατε νωρίτερα!"

Συνέχισα με γοργό βάδην.
5 και μισή; (δεν κοίταξα ρολόι, λες κι εκεί θα ήταν η καθυστέρηση!) βρίσκω κλειδωμένη την εκκλησία του Αγίου Νεκταρίου.
"Δε με θέλεις Άγιε Νεκτάριε" του είπα από μέσα μου "και δεν είναι η πρώτη φορά. Δεν πειράζει! Θα με δεχθεί άλλη εκκλησιά! Το δέχομαι!"
Έσκυψα κεφάλι και ξεκίνησα να απομακρύνομαι από κει, με σκοπό να πάω με τα πόδια στο Νεκροταφείο. Εκεί θα έβρισκα σίγουρα, κι αν όχι, υπήρχε και η Αγία Βαρβάρα! Ντάλα ο ήλιος ακόμα, το απέκλεια να μην εύρησκα ο παπά!
Τηλεφώνησα στον άντρα μου,"το και το, θα κάνω γρήγορα!"
Προχωρώντας, βλέπω δυο κυρίες με σακούλες, βάδιζαν προς την εκκλησία του Αγίου Νεκταρίου, ενώ εγώ, έφευγα!
Να μην τα πολυλογώ, τις ρώτησα και έμαθα πως γύρω στις 6 και 30 θα άνοιγε η εκκλησιά.
Μπα, δεν μ' έπαιρνε να περιμένω. Θ' αργούσα. Ξεκίνησα να τρέχω, να πάω -τάχα- πιο γρήγορα στο Νεκροταφείο.

(Ώρα  9 και 13, νά το, το εμπόδιο! Ήρθε ο άντρας μου και θέλει και βόλτα!
Αχ! Κατειρήνα!

Ώρα 9 και 28. Τον καλοπήρα, θα του κάνω μεζεδάκι, τον ξεγέλασα! Ε, μα! Λες και τρέχουν απ' τα παντζάκια μας, τα λεφτά! Πάμε παρακάτω, στα πεταχτά, γιατί έχω βγει τελείως απ' τον "Άλλον" ειρμό, που είχα έρθει, πριν...)

Εκεί που πήρα φόρα για τρέξιμο, γύρισα πίσω και κοίταξα το ρολόι της εκκλησίας. Ήταν 6 παρά 10, μέχρι να πάω, να γυρίσω, ίδιος ο χρόνος σκέφτηκα και βλέπω τα πόδια μου, πριν απ' το μυαλό μου, να γυρίζουν αργά αργά, πίσω, στον Άγιο Νεκτάριο!
Κάθισα στο πεζουλάκι, ήμουνα πρώτη έτσι κι αλλιώς,θα διάβαζα πρώτη, θα έφευγα πρώτη.(Έτσι νόμιζα...)
Τηλεφώνησα πάλι στον άντρα μου, άλλαξαν τα "το και το" μου, είπα, "ας χαλαρώσω τώρα, μέχρι να έρθει ο παπάς!"
Δεν πρόλαβα να σκεφτώ: "Τελικά, με θέλεις, Άγιε Νεκτάριε!" ακούω το ρολόι της εκκλησίας να χτυπάει, μάλλον 6! Καθόμουνα κάτω από ένα δεντράκι και δεν το έβλεπα.Θα σηκωνόμουνα, αν εκείνη την στιγμή δεν έπεφτε κάτι πάνω στα μαλλιά μου!
Βρε, τι είναι, βρε τι είναι, χόρευε πάνω  στο κεφάλι μου στην πλάτη μου, στον λαιμό μου, το κυνηγούσα με τα χέρια μου (απορώ πως δεν σηκώθηκα όρθια), μέχρι που ήρθε και χόρευε μέσα στα χέρια μου και το είδα. Ήταν μια μικρή πεταλούδα, φλέτρο τον λέμε εμείς και το πήρα σαν μήνυμα, ότι το χάρηκαν πολύ οι ψυχές μου, και ο Άγιος Νεκτάριος, όμως!
Μιλάμε, ο φλέτρος, χόρεψε τόσο πάνω μου, απίστευτος! Στα μάτια, στο πρόσωπο, δεν έφευγε με τίποτα! Λες κι είχε περάσει από τσιπουράδικο! Μεθυσμένος!
Το χάρηκα, κι αφού είδα ότι δεν έφευγε, έβγαλα την μηχανή μου, να τον φωτογραφήσω. Μπήκε, βγήκε στην τσάντα, πού να σταθεί, να τον πετύχω;
Αν σας πω, ότι ήταν κοντά μου ένα δεκάλεπτο, λίγο θα είναι!
Τέλος πάντων! Εγώ που μου προέκυψε να "βλέπω" κάποια πράγματα για "σημάδια", το πήρα για καλό, αυτό.







Κι ύστερα, πέρασε η ώρα. Κάποια στιγμή είδα μια πανέμορφη, ψηλή, ξανθιά κυρία, νεαρή, να ξεκλειδώνει την πόρτα, φόρεσα το ζακετάκι μου, μού έφυγαν οι τύψεις που δεν ντύθηκα πολύ πιο σεμνά και πήγα μαζί με όλες τις κυρίες, μέσα στην εκκλησία.
Ανάψαμε τα κεράκια μας,πήραμε κι από ένα μαζί μας για το σταράκι μας,πήγαμε και τ' αφήσαμε στο τραπέζι, όλα μαζί (κι εκεί κατάλαβα, πως δεν έχει διάβασμα ξεχωριστό. Πού να βγει απ' το μυαλό μου ο μάστορας; Με τίποτα!)
Εκεί,ήρθε η νεαρή νεωκόρος και μας είπε: "Δε θ' ανάψετε εδώ κεράκια. Έχουμε ένα για όλους. Θα το ανάψετε εκεί, όπου είναι και τα άλλα."
Την κοίταξα στραβά. Μπροστά μου μια γριούλα, με έβγαλε απ' την απορία:
"Γιατί; με τονισμένο καλά το "ί"!"
"Για να μην καπνίζεται η εκκλησία. Εντολή του ιερέα."
Στράβωσε και η γιαγιά μαζί μου, πήρε το κερί και το πήγε στο μεγάλο κηροπήγειο, όπως κι εγώ και άλλες.
Κι ύστερα, περιμέναμε και περιμέναμε, καθιστές.
Κοίταζα γύρω μου τις εικόνες. Παγωμένες. Ακόμα και ο Άγιος Εφραίμ, που πάντα μου "μιλούσε" με τον τρόπο του!
"Φταίει το, ότι είναι μέρα ακόμα", σκέφτηκα, φταίει που εγώ έχω το μυαλό μου στον μάστορα, φταίει που βιάζομαι,ας συγκεντρωθώ. Άλλαξα θέση, να μη μου τραβάει την προσοχή η διπλανή μου κυρία με τις κινήσεις της και απομονώθηκα, σχετικά μπροστά. Τόσο όσο, να είμαι κοντά στα στάρια, να βλέπω όμως και τον Άγιο Εφραίμ! Να μην τον έχω πίσω μου!
Κι εκεί που ήμασταν όλες οι πιστές σκόρπιες και δεν κάναμε "κιχ", ένα "χρατς χρουτς" έσπασε την σιγή της εκκλησίας και στραφήκαμε όλες στην πόρτα, από κει που ερχόταν αυτός ο ήχος.
Ήταν ο παπάς! Χάρηκα! "Επιτέλους!" σκέφτηκα. "Ας χαλαρώσω!"
Πήρα την τσάντα μου και προχώρησα πιο μπροστά, να ακούω, να βλέπω τα στάρια. Ήθελα συντονισμό ψυχικό και δεν τον είχα! Τον έψαχνα...
Όταν είχαν ανοίξει και τ' αυτιά της ψυχής μου, κι ένιωθα απολύτως έτοιμη να συντονιστώ με τον ιερό χώρο και την σημαντική στιγμή, ακούω ξανά αυτό το τόσο σπαστικό "χρατς χρουτς" των παπουτσιών του νεαρού ιερέα. Μα κράτησε τόση ώρα αυτός ο ήχος, ένιωθα πως έσκιζε τα σωθικά,όχι μόνο τα δικά μου, αλλά και όλων των Αγίων! Ειδικά, όσο κινούνταν μέσα στο ιερό, ανατρίχιασα!
Να μην ακούγεται ανάσα, να περιμένουμε τόση ώρα συγκινημένες (εννοείται) απ' την απουσία των ανθρώπων μας και ν' ακούς αυτό το σπαστικό "χράτς χρουτς",ότι χειρότερο!
"Πολύ παραξένεψες, Κατερίνα", είπα στον εαυτό μου, μα είδα και άλλες γυναίκες να προσπαθούν να δουν τα παπούτσια του ενός ιερέα, γιατί μετά ήρθε και δεύτερος, ο οποίος και έψαλε, αλλά και τρίτος, που μάλλον έμεινε στο γραφείο. Και του δεύτερου ιερέα τα παπούτσια έκαναν έναν θόρυβο, μα όχι τόσο σπαστικό, ίσως επειδή δεν περπάτησε και πολύ,πήγε κατευθείαν στο ψαλτήρι. 
Κράτησε τόση ώρα αυτό το "χρατς χρουτς", μπορεί και τέταρτο, δεν το συζητώ, με αποσυντόνισε πάλι! Άρχισα να σκέφτομαι ότι φοράει αθλητικά! Μπα, δεν ήταν! Πριν ξεκινήσει ο εσπερινός και μετά η επιμνημόσυνη δέηση, είχα καταφέρει να δω, αλλάζοντας πάλι θέση, ότι δεν ήταν αθλητικά! "Μάλλον έφταιγαν οι σόλες", σκέφτηκα, κι αν είχα το πρεπούμενο θάρρος, ήμουνα ικανή να το πω στον ιερέα, να μην τα ξαναφορέσει στην εκκλησιά που είναι μεν η δουλειά του!!!
Αλλά... κι ο πιστός έχει το δίκιο του και τα κουσούρια του!
Μακρύ το ράσο, σκέπαζε καλά τα παπούτσια, κοιτάζοντας τόσο πολύ κάτω, μου τράβηξε την προσοχή το γυάλισμα του πατώματος στα μάρμαρα της εκκλησίας.
Όλα έτριζαν από καθαριότητα και τάξη (οι καρέκλες στην γραμμή, μα, από κόσμο, άδειες!)
"Άρα, μπορεί να έφταιγε αυτό και όχι τα παπούτσια του παπά", σκέφτηκα μετά και κάπου εκεί, άρχισε ο Εσπερινός.
Άλλαξα πάλι θέση, τραβήχτηκα κι άλλο μπροστά, ν' ακούω, να βλέπω, να νιώθω.
Τότε είδα την γκριζομάλλα γιαγιούλα να πηγαίνει νέο κεράκι στο σταράκι της, εν ψυχρώ! Βέβαια, δεν το άναψε, αλλά, το σταράκι της είχε κερί!
"Αμ! Πώς! Έτσι μάθαμε μια ζωή!" σα να έλεγε!
Χαμογέλασα από μέσα μου. Την χάρηκα την γιαγιά!
"Αμ! Πώς;" σκέφτηκα κι εγώ. "Αναμμένα κεριά δε θέλετε, καθαρά πατώματα θέλετε, τάξη κι αλυσίδες στις καρέκλες, θέλετε, ε, μα! Άμα δεν καπνιστεί η εκκλησιά απ' το κεράκι του πιστού, άμα δεν λερώσουν οι μαρμαρίνες του πατώματος απ' τις πολλές πατημασιές των πιστών, άμα δεν μετακινηθεί καμιά καρέκλα παραπέρα, ε, τότε, δεν είναι ζωντανή εκκλησιά! Μουσείο είναι! Κι εγώ, δεν το θέλω έτσι! Ίσως, δεν το θέλουν κι άλλοι, δεν ξέρω! Πάντως, άλλη μια κυρία, πήγε εκεί κοντά, κάθισε σε μια καρέκλα, κι εκεί κρατούσε στο χέρι της ένα αναμμένο κεράκι.
Αν και δεν έβλεπα την φλόγα του πολύ από μακριά, "είπα" στους δικούς μου, "πέστε ότι είναι κι από μένα αυτό το κερί, της κυρίας!" 
Κι ύστερα, κι ύστερα, δε θα σας πω με λεπτομέρειες, τι μου συνέβει. Ήμουνα στο μισό μέτρο απέναντι απ' τον Άγιο Γιάννη, τον προστάτη μου εκ γεννετείς, εφόσον γεννήθηκα στην γιορτή του, κι ας λέει η ταυτότητα 25 αντί για 29. Αναριθμητισμούς έκαναν και τότε οι γραμματείς!
Απ' την πρώτη στιγμή που είδα την εικόνα του, άλλα "έβλεπα", μέχρι που έφυγα και δεν άντεξα, την φωτογράφησα για να δω, πως ήταν στην πραγματικότητα. Μου 'ρχόταν να ρωτήσω τις διπλανές κυρίες: "Πέστε μου, σας παρακαλώ: Εσείς, τι βλέπετε;"
Δεν το έκανα, όμως, γιατί, εφόσον μού προκύπτει, είναι καθαρά, δικό μου!
Πάντως, δεν ήταν καλό... 






Ο Άγιος Εφραίμ, σταθερός, αμίλητος. Παράξενος.


Κι ύστερα, τελείωσε ο Εσπερινός, άρχισε η επιμνημόσυνη δέηση, συντονίστηκα πιο καλά, κλείνοντας ακόμα και τα μάτια, για να μη μου την "χαλάει" η επιμονή του Αγίου Ιωάννη, κι εκεί ακούω τον ψάλτη παπά, να λέει "Κύριε Ελέησον", "Κύριε Ελέησον"!
Ο άλλος, κοντά στα στάρια και με γυρισμένες τις πλάτες σε μας, τα έλεγε από μέσα του στην αρχή και μετά,πολύ χαμηλόφωνα!
Τρελάθηκα! Δε μπορούσα να πιστέψω πως δεν θα άκουγα τα ονόματα των ψυχών μου!
Πλησίασα πιο κοντά, τέντωσα αυτιά και κορμί, κόντεψα να βρεθώ μέσα απ' τα προστατευτικά κάγκελα!
...Ώσπου τα άκουσα σε τόνο -10, έκανα τον σταυρό μου και επανήλθα στην θέση μου.
Ήμουνα σίγουρη ότι δεν θα τα διάβαζε τρεις φορές, τελείωσε, φύγαμε.
Έφυγα κάπως, πολύ σοκαρισμένη. Ήθελα να κλάψω. Να τρέξω, να πάω σπίτι και να κλάψω.
Έβγαλα βιαστική κάποιες φωτογραφίες.
Στην πόρτα η γριούλα η δυναμική, μοίραζε κουλουράκια.
Πήρα, της ευχήθηκα και την συγχάρηκα και για το κερί!
Μάλλον δεν κατάλαβε, η γιαγιούλα!
Το έκανε αυθόρμητα, πού να φανταστεί ότι εγώ την προσέχω;














Κι ύστερα, περπατώντας γρήγορα, είχα μάθει απ' το τηλέφωνο ότι ο μάστορας με περίμενε, κοιτάζοντας τον ουρανό, ρώταγα:
"Πέστε μου ότι είστε χαρούμενοι κι ότι δεχτήκατε το σταράκι μου, σήμερα! Δεν ήμουνα καλά, δεν σας ένιωσα όπως άλλες φορές, δε ξέρω κατά πόσο φταίω, δώστε μου σημάδια της χαράς σας!"
Ο ήλιος έλαμπε. Πουλιά, περιστέρια και σπουργίτια πέταγαν στην επιστροφή μου στο σπίτι. Οι προβολείς των φαναριών μόλις τους κοίταξα άρχισαν και άναβαν, ιερός τόπος για μένα, από τότε που μού εμφανίστηκε και με έσωσε η ίδια η Παναγία! (Κάπου το γράφω, παλιότερα.)
Όλα καλά, λοιπόν, εκτός απ' αυτό το "κάτι" που πρέπει να ψάξουν να βρουν, πολλοί ιερείς των εκκλησιών μας.
...Γιατί, μπορεί να είναι δουλειά τους, μεν, αλλά... οι εκκλησίες ανήκουν στους πιστούς και οι πιστοί έχουν ανάγκη από ζεστασιά και θαλπωρή.
Τον Θεό ψάχνουν στην εκκλησιά, κι αν δεν τον βρουν, φεύγουν. 
Για μένα, οι εκκλησίες θα έπρεπε να είναι ανοιχτές νύχτα μέρα, σαν τα φαρμακεία!
Να μη θέλει να φύγει από κει, ο ίδιος ο παπάς! Να είναι σπίτι του! Να νιώθει αυτό που κάνει, αυτό που λέει!
Τρεις ιερείς απόψε! και να "χαθώ" τόσο; Γιατί;
Τι φταίει; Τι;
Τι άλλαξε στον Άγιο Νεκτάριο; Τι;
Έχω ζήσει συγκλονιστικές στιγμές εκεί, γραμμένες κι άγραφες!
Τι πάγωσε αυτή την εκκλησία;
Και γιατί τον τελευταίο καιρό με "έδιωχνε";
Κι απόψε, γιατί με "κράτησε"; Γιατί;
Μήπως για να νιώσω και να γράψω όλα αυτά, γιατί πρέπει;

ΝΑ ΖΗΣΟΥΜΕ ΝΑ ΘΥΜΟΜΑΣΤΕ ΤΙΣ ΑΓΑΠΗΜΕΝΕΣ ΜΑΣ ΨΥΧΕΣ!
ΑΘΑΝΑΤΟΙ!  

Υγ. Και φυσικά... πρόσεξα και το αεροπλάνο που ψέκαζε και δεν είναι καθόλου, μα καθόλου ασήμαντο!
Υγ. 2. Δε διορθώνω το κείμενο, άλλη στιγμή. Δεν περίμενα ότι θα μου πάρει τόση ώρα και γράφω και βιαστικά, εννοείται!























4 σχόλια:

Κατερίνα δε 'στάπα; είπε...

Κυριακή 2 π.μ.

Επειδή είχα πολλές απορίες, σχετικά μ' αυτή την ανάρτηση, να εξηγήσω!

Όχι, Θεούσα, δεν είμαι! Και να ήθελα, δεν το επιτρέπει η εποχή μας. Ίσως στην εποχή μας οι Θεούσες, να μην κρίνονται απ' την εξωτερική εμφάνιση, ούτε όμως κι απ' τις καλές πράξεις του φαίνεσθε!

Ένα αυτό. Και δύο: Ναι, νιώθω πως στο Ιερό, αν είναι δυνατόν, ο παπάς να περπατάει ξυπόλητος, προκειμένου να διαταράσσει την Ιερότητα του "Χώρου"!

Ε, ναι, με την νεωκόρο, προσωπικά, δεν είχα πρόβλημα! Άξια πολύ, είναι και καλά να είναι η κυρία, αλλά μαθημένη να σέβομαι τόσο τον χώρο του Ιερού (ούτε στα εξωκλήσια δεν μπαίνω μέσα, ν' ανάψω το καντήλι)μαθημένη να βλέπω γιαγιούλες ή ώριμες κυρίες, κάτι μ' ενόχλησε. Πειράζει που το είπα; Αγγελική η μορφή της, σίγουρα, μα αν δεν αρχίσουμε να συζητάμε για κάποια απλά πράγματα που μας ενοχλούν, δε θα καταφέρουμε ποτέ να διορθώσουμε τα μεγάλα!

Κατερίνα δε 'στάπα; είπε...

Ούτε με τον ιερέα είχα ή έχω προσωπικό πρόβλημα, μα αφού είναι χαμηλών φωνητικών τόνων, ας ρυθμίσουν τα μικρόφωνα!

Αν η φωνή του ιερέα δεν διαπερνάει τα ντουβάρια της εκκλησίας, ε, τότε, ντουβάρια θα πηγαίνουμε, ντουβάρια θα γυρίζουμε!

Ε, μα! Έσκασα, γι' αυτό και έγραψα άλλωστε! Μόνο για δυνατές ή πολύ αδύνατες στιγμές κρατάω σημειώσεις.

Ναι, θα μπορούσα να τους πω προφορικά και με γλυκό τρόπο πως αισθάνθηκα χθες. Δεν αμφιβάλλω. Όμως, επειδή πολλές εκκλησιές πάσχουν, ακόμα και μοναστήρια, καλά είναι να τα λέμε, να διορθώνονται κι άλλοι. Γιατί, απ' αυτά κι απ' τ' άλλα, χαθήκαμε.
Ο Χριστόδουλος έλεγε "ελάτε όπως είστε", πάμε λοιπόν με παντελονάκια κ.λ.π. αλλά, το αν δεν ξυπνάει η ψυχή μας εκεί, δε φταίμε εμείς!

Θυμωμένη; Όχι βέβαια!

Κατερίνα δε 'στάπα; είπε...

Α και το ότι άνοιξαν αργά, ήρθαν αργά. Ναι, μέρα που ήταν, αν άνοιγε ένας στις 5 δηλαδή, τι θα πάθαινε;
Κάρτα χτυπάνε;
Απλά είναι τα πράγματα, νομίζω!
Να περπατάς χιλιόμετρα για να πας στην εκκλησία της ενορίας σου, σημαντικά εορταστικές μέρες και να την βρίσκεις κλειστή, το θεωρώ μεγάλη ήττα της πίστης μας.

Κατερίνα δε 'στάπα; είπε...

Αυτά και πολλά άλλα, να μη σας ζαλίζω. Αν μου προκύψει κι άλλη συζήτηση, τηλεφωνική, ιντερνετική, κ.λ.π. όπως και να 'χει, θα συμπληρώσω.

Μένει ανοιχτό το θέμα αυτής της ανάρτησης και φυσικά, δεν διορθώνω, ούτε τα εκφραστικά, ούτε τα ορθογραφικά λάθη.

Για να προκύψει, εγώ που σπάνια παίρνω θέση σε λεπτά θέματα, ας μείνει όπως έχει.

Να βοηθήσω θέλω και συνάμα να βρίσκω μια ανοιχτή αγκαλιά στο καταφύγιο της πίστης μου, όταν το χρειάζομαι.

Αυτά.