Χθες είπα στον άντρα μου, "θέλω να με πας για μπάνιο εκεί που μπορώ να δω από μακριά τον Άγιο Νικολάκη".
"Δε γίνεται", κάτι τέτοιο είπε και τελικά με πήγε στην άλλη παραλία που ήταν τα δυο προσκυνητάρια. Το χάρηκα, μα και στεναχωρέθηκα κιόλας, γιατί δεν βρήκα λαδάκι κ.λ.π. να ανάψω τα καντηλάκια.
Το ένα ήταν αφιερωμένο στον Άγιο Μηνά.
Μετά, ήθελα να περπατήσω και να πάω με τα πόδια να δω από μακριά τον Άγιο Νικολάκη, "Αδύνατον!Θα γκρεμοτσακιστείς, θα χαθείς", κ.λ.π.
Έτσι κι εγώ, φωτογράφιζα ότι έβρισκα στο δρόμο μου, απογοητευμένη. Τότε ξεπρόβαλλε ένα άσπρο καράβι και το πήρα σαν μήνυμα, καλό!
Σήμερα, πήρα μαζί μου λαδάκι κ.λ.π. να ανάψω τα προσκυνητάρια, "Δεν θα πάμε εκεί, γιατί έπλυνα τ' αυτοκίνητο και είναι χωματόδρομος", μου είπε.
Πάλι στεναχωρέθηκα, αλλά δεν είπα τίποτα. Στο κάτω κάτω, για μπάνιο πηγαίναμε και όχι για προσκύνημα.
Τον είδα να προχωράει σε άλλη παραλία και όταν κατάλαβα, χάρηκα τόσο πολύ! Έκανα γρήγορα γρήγορα μπάνιο, το άσπρο καράβι ξεπρόβαλλε πάλι, κι εγώ είπα μέσα μου, "Έρχομαι, Άγιε Νικολάκη μου, από μακριά! Δεν πειράζει! Άχρηστα το λαδάκι μου... μα... σου στέλνω την ψυχή μου..."
Ξεκίνησα. Ήταν μακριά και απομονωμένα και ο ξάδελφος είπε: "Θα έρθω κι εγώ! Πειράζει;" Με πείραζε, γιατί ήθελα να πάω μόνη μου. Ν' ανάψω ένα τσιγάρο και να καθίσω εκεί απέναντι να προσευχηθώ, να γράψω και να κλάψω... κι εκείνος μου τα χαλούσε. Μπροστά εκείνος, ανίχνευε τα περάσματα, νόμιζε, εγώ του έβγαινα απ' αλλού, κι όταν τον είδαμε για πρώτη φορά και μπροστά μας ήταν γκρεμός, "εδώ σταματάμε" είπε ο ξάδελφος, "δεν πάει παραπέρα, σ' αφήνω να φωτογραφίσεις, εγώ ζαλίζομαι, φεύγω".
Σιγά μην δεν πήγαινε παραπέρα... Πήγα, ανεβαίνοντας και κατεβαίνοντας βουναλάκια, όσο πιο κοντά μπορούσα. Το χέρι φωτογράφιζε, η ψυχή μου μιλούσε στον Άγιο απέναντι, ένας γλάρος πέταγε παράξενα κοντά μου, έφευγε και 'ρχόταν, κοντοστέκονταν πάνω μου, δεν του έδωσα σημασία, μόνο μια φωτογραφία τον τράβηξα, κι όλες οι άλλες ήταν οι γκρεμνοί και ο βράχος με το εξωκκλήσι του Αγίου Νικολάκη που τόσο πολύ ποθούσα να είμαι μέσα, μα... Κάποια στιγμή έφυγα συγκινημένη.
Όταν γύρισα ο ξάδελφος μου είπε: "Τι πουλί ήταν αυτό που πέταγε συνέχεια από πάνω σου; Γεράκι ήταν; Φοβήθηκα μη σου χυμήξει, αν και δεν φαίνοσαν συνέχεια. Ανησυχήσαμε και ήμασταν και μακριά!"
"Γλάρος ήταν", είπα και μετά έδωσα σημασία στα λόγια του. "Άρα, δεν ήταν η ιδέα μου ότι στεκόταν από πάνω μου", σκέφτηκα.
"Σαινάς" είπε ο άντρας μου, ξαγρυπνημένος, γιατί όλη η κούραση της δουλειάς του βγαίνει μόλις χαλαρώνει στην αμμουδιά και παίρνει και κανέναν υπνάκο!
"Γλάρος ήταν και τον είδα καλά! Απλά, πετούσε παράξενα..." Δεν εξήγησα παραπάνω σκέψεις μου. Μετά που έψαχνα τραγούδι για να κάνω το βιντεάκι, βρήκα πρώτα τον Άγιο Νικόλα τον Ποθυμιό με την Βίκυ Μοσχολιού και μετά βρήκα αυτό, το "Άγιε Νικόλα μου, Καλέ" με τον Πάνο Τζανετή και έπαθα πλάκα με τα λόγια του τραγουδιού και με το σημάδι του γλάρου στην πραγματικότητα, στη ζωή μου.
Αυτά. Εδώ το σημερινό βιντεάκι:
"Δε γίνεται", κάτι τέτοιο είπε και τελικά με πήγε στην άλλη παραλία που ήταν τα δυο προσκυνητάρια. Το χάρηκα, μα και στεναχωρέθηκα κιόλας, γιατί δεν βρήκα λαδάκι κ.λ.π. να ανάψω τα καντηλάκια.
Το ένα ήταν αφιερωμένο στον Άγιο Μηνά.
Μετά, ήθελα να περπατήσω και να πάω με τα πόδια να δω από μακριά τον Άγιο Νικολάκη, "Αδύνατον!Θα γκρεμοτσακιστείς, θα χαθείς", κ.λ.π.
Έτσι κι εγώ, φωτογράφιζα ότι έβρισκα στο δρόμο μου, απογοητευμένη. Τότε ξεπρόβαλλε ένα άσπρο καράβι και το πήρα σαν μήνυμα, καλό!
Σήμερα, πήρα μαζί μου λαδάκι κ.λ.π. να ανάψω τα προσκυνητάρια, "Δεν θα πάμε εκεί, γιατί έπλυνα τ' αυτοκίνητο και είναι χωματόδρομος", μου είπε.
Πάλι στεναχωρέθηκα, αλλά δεν είπα τίποτα. Στο κάτω κάτω, για μπάνιο πηγαίναμε και όχι για προσκύνημα.
Τον είδα να προχωράει σε άλλη παραλία και όταν κατάλαβα, χάρηκα τόσο πολύ! Έκανα γρήγορα γρήγορα μπάνιο, το άσπρο καράβι ξεπρόβαλλε πάλι, κι εγώ είπα μέσα μου, "Έρχομαι, Άγιε Νικολάκη μου, από μακριά! Δεν πειράζει! Άχρηστα το λαδάκι μου... μα... σου στέλνω την ψυχή μου..."
Ξεκίνησα. Ήταν μακριά και απομονωμένα και ο ξάδελφος είπε: "Θα έρθω κι εγώ! Πειράζει;" Με πείραζε, γιατί ήθελα να πάω μόνη μου. Ν' ανάψω ένα τσιγάρο και να καθίσω εκεί απέναντι να προσευχηθώ, να γράψω και να κλάψω... κι εκείνος μου τα χαλούσε. Μπροστά εκείνος, ανίχνευε τα περάσματα, νόμιζε, εγώ του έβγαινα απ' αλλού, κι όταν τον είδαμε για πρώτη φορά και μπροστά μας ήταν γκρεμός, "εδώ σταματάμε" είπε ο ξάδελφος, "δεν πάει παραπέρα, σ' αφήνω να φωτογραφίσεις, εγώ ζαλίζομαι, φεύγω".
Σιγά μην δεν πήγαινε παραπέρα... Πήγα, ανεβαίνοντας και κατεβαίνοντας βουναλάκια, όσο πιο κοντά μπορούσα. Το χέρι φωτογράφιζε, η ψυχή μου μιλούσε στον Άγιο απέναντι, ένας γλάρος πέταγε παράξενα κοντά μου, έφευγε και 'ρχόταν, κοντοστέκονταν πάνω μου, δεν του έδωσα σημασία, μόνο μια φωτογραφία τον τράβηξα, κι όλες οι άλλες ήταν οι γκρεμνοί και ο βράχος με το εξωκκλήσι του Αγίου Νικολάκη που τόσο πολύ ποθούσα να είμαι μέσα, μα... Κάποια στιγμή έφυγα συγκινημένη.
Όταν γύρισα ο ξάδελφος μου είπε: "Τι πουλί ήταν αυτό που πέταγε συνέχεια από πάνω σου; Γεράκι ήταν; Φοβήθηκα μη σου χυμήξει, αν και δεν φαίνοσαν συνέχεια. Ανησυχήσαμε και ήμασταν και μακριά!"
"Γλάρος ήταν", είπα και μετά έδωσα σημασία στα λόγια του. "Άρα, δεν ήταν η ιδέα μου ότι στεκόταν από πάνω μου", σκέφτηκα.
"Σαινάς" είπε ο άντρας μου, ξαγρυπνημένος, γιατί όλη η κούραση της δουλειάς του βγαίνει μόλις χαλαρώνει στην αμμουδιά και παίρνει και κανέναν υπνάκο!
"Γλάρος ήταν και τον είδα καλά! Απλά, πετούσε παράξενα..." Δεν εξήγησα παραπάνω σκέψεις μου. Μετά που έψαχνα τραγούδι για να κάνω το βιντεάκι, βρήκα πρώτα τον Άγιο Νικόλα τον Ποθυμιό με την Βίκυ Μοσχολιού και μετά βρήκα αυτό, το "Άγιε Νικόλα μου, Καλέ" με τον Πάνο Τζανετή και έπαθα πλάκα με τα λόγια του τραγουδιού και με το σημάδι του γλάρου στην πραγματικότητα, στη ζωή μου.
Αυτά. Εδώ το σημερινό βιντεάκι:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου