ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ!!!!Ο Τύρναβος τιμά τον πολιούχο του, ΄Αγιο Γεδεών . Μαρτύρησε στην πόλη μας στις 30 Δεκεμβρίου του 1818.
Ο Άγιος Οσιομάρτυς Γεδεών, ο εν Τυρνάβω
Ο Άγιος Οσιομάρτυς Γεδεών, ο εν Τυρνάβω
Της Κωνσταντινιάς Πατσή*
Ο Άγιος ένδοξος νέος Οσιομάρτυρας Γεδεών, ένας από τους μεγάλους αγίους της εκκλησίας μας, αστέρι που λάμπει στον πνευματικό ουρανό, πελώριο ορόσημο αγιότητας για τον Τυρναβο, το καύχημα και το σέμνωμα της Ιεράς Μονής Καρακάλλου, γεννήθηκε στο χωριό Κάπουρνα, σήμερα Γλαφυρές, της μητροπολιτικής επαρχίας της Δημητριάδας, από ευσεβείς και ορθοδόξους γονείς. Ο πατέρας του ονομαζόταν Αυγερινός και η μητέρα του Κυράτζα. Ήταν το πρώτο από τα οκτώ παιδιά της οικογένειας και το όνομα του ήταν Νικόλαος Μέμτσιας.
Σε ηλικία δώδεκα χρόνων με την οικογένειά του ήρθε στο χωριό Γιερμί, σήμερα Ξερολίθι του Βελεστίνου, και αργότερα στον Βελεστίνο, όπου εργαζόταν στο εργαστήριο του θείου του. Από εκεί τον άρπαξε με τη βία κάποιος Τούρκος, με το όνομα Αλής, και τον εξισλάμισε δίνοντας του το όνομα Ιμπραήμ. Μετά από δύο μήνες, ο Νικόλαος, αφού μετάνιωσε πικρά, όπως ο Πέτρος που αρνήθηκε τον Χριστό, κατόρθωσε να δραπετεύσει και να επιστρέψει στην οικογένειά του. Ο πατέρας του τον φυγάδευσε στο χωριό Κεραμίδι του Βόρειου Πηλίου, κι από εκει πήγε μαζί με άλλους τεχνίτες στην Κρήτη.
Μετά τον θάνατο του θετού του πατέρα ο άγιος αποφάσισε να αναχωρήσει για το αγιώνυμο όρος. Κατά τη διάρκεια της περιήγησης του στα είκοσι ιερά Μοναστήρια και τα υπόλοιπα ασκηταριά, προσπαθούσε να βρει έναν έμπειρο πνευματικό για την εξομολόγησή του και μετάληψη των αχράντων και ζωοποιών μυστηρίων. Έφτασε στην Ιερή Μονή των Αγίων και Πανευφήμων Αποστόλων, όπου, μετά την εξομολόγηση του και κοινωνία των θειων μυστηρίων, πήρε και το μέγα και Αγγελικό σχήμα για περισσότερη άσκηση πνευματικών αγώνων και μετονομάσθηκε σε Γεδεών. Βλέποντας οι πατέρες του Μοναστηριού την ευλάβεια του, την υπακοή του και την ασκητική, ζωή του (νηστείες, αγρυπνίες γονυκλισίες) τον όρισαν εκκλησιάρχη.
Έπειτα από πολλή άσκηση και προσευχή αποφάσισε να επιστρέψει στον τόπο καταγωγής του και να ομολογήσει ενώπιον των Αγαρηνών την πίστη του στον Χριστό. Την Μεγάλη Πέμπτη φορώντας στο κεφάλι του στεφάνι από τριαντάφυλλα και άλλα λουλούδια και προσποιούμενος ο μακάριος, ως άλλος Συμεών, τον δια Χριστόν σαλόν, παρουσιάστηκε στον Αλή, που τον είχε εξισλαμίσει και ομολόγησε τον Χριστό. Ο Τούρκος αμέσως ζήτησε να τον συλλάβουν και να τον οδηγήσουν στον δικαστή. Την επόμενη μέρα, Μεγάλη Παρασκευή, ο άγιος προσευχόμενος, φορώντας στο κεφάλι το ίδιο στεφάνι και κρατώντας δύο κόκκινα αυγά παρουσιάστηκε στον κριτή και του είπε «Χριστός Ανέστη, κριτά και εις έτη πολλά». Ο κριτής αν και δέχτηκε πολλές προκλήσεις από τον Άγιο, θεωρώντας τον «φρενόληπτον» αποφάσισε να μην τον τιμωρήσει και διέταξε να τον απομακρύνουν βίαια από το κριτήριο.
Με τον πόθο, όμως, του μαρτυρίου δεν σταμάτησε να προκαλεί τους Τούρκους περιφρονώντας τη θρησκεία τους και διψώντας το υπέρ Χριστού μαρτύριο του. Κι είναι αυτοί οι κύριοι λόγοι που οδηγούν στη σύλληψη του στην Αγριά του Βόλου, από τουρκική φρουρά, και στη βίαιη προσαγωγή του στον Τύρναβο. Μπροστά στον Βελή πασά ομολόγησε «το θεοστυγές και ψυχόλεθρον αμάρτημά του», την μετάνοια και τον πόθο του για ομολογία του αληθινού Θεού, «προς εξάλειψιν του ρύπου της αρνήσεως». Ο πασάς τον έκλεισε στη φυλακή. Την άλλη μέρα, αφού κάλεσε και από τη Λάρισα τους επισημότερους Οθωμανούς και τον μουλά, διέταξε να φέρουν μπροστά του τον άγιο. Πάλι μπροστά τους ο άγιος με πολύ θάρρος ομολόγησε το παράπτωμα της άρνησης του Χριστού και την εγκάρδια μεταμέλεια του. Η αποτυχία δελεασμού του αγίου εκ μέρους των Τούρκων να τον μεταστρέψουν και να τον επαναφέρουν στον Ισλαμισμό και το ανδρείο της θέλησής του εξόργισε τον Βελή πασά, ο οποίος διέταξε αφού του ξυρίσουν το κεφάλι και τον απογυμνώσουν, στη θέση των μαλλιών να του φορέσουν κοιλιά προβάτου και ανεβασμένο ανάποδα πάνω σε γάιδαρο κρατώντας την ουρά του να τον διαπομπεύσουν στους δρόμους του Τυρνάβου. Η απτόητη παρρησία του Μάρτυρα εξόργισε τους Τούρκους και ο Βελή πασάς διέταξε να τον ακρωτηριάσουν. Ο άγιος, αφού έκανε το σημείο του Τιμίου Σταυρού, με γενναιότητα άπλωνε τα μέλη του πάνω στο κούτσουρο για να κοπούν και παρακινούσε τον δήμιο (ο οποίος ήταν Αιγύπτιος Χριστιανός) να εκτελέσει τη διαταγή. Ο μακάριος Γεδεών προσεύχονταν με την αλύγιστη καρδιά του, που όντως φλέγονταν από αγάπη Θεϊκή και σαν να υπέφερε άλλος, χωρίς να δείχνει κανένα σημάδι πόνου, χωρίς καν να αλλάξει η όψη του προσώπου του, υπέμεινε ως γενναίος αθλητής του Χριστού το μαρτύριο του. Τον άφησαν αιμόφυρτο όλη την ημέρα στην παγωμένη αυλή του πασά και το βράδυ δόθηκε διαταγή να τον σηκώσουν και να τον ρίξουν στον χώρο όπου περνούσαν τα λύματα του σπιτιού του. ‘Ήταν ακόμα ζωντανός. Στον βρωμερό εκείνο χώρο ο άγιος παρέδωσε το πνεύμα του στις 30 Δεκεμβρίου του 1818.
Σε ηλικία δώδεκα χρόνων με την οικογένειά του ήρθε στο χωριό Γιερμί, σήμερα Ξερολίθι του Βελεστίνου, και αργότερα στον Βελεστίνο, όπου εργαζόταν στο εργαστήριο του θείου του. Από εκεί τον άρπαξε με τη βία κάποιος Τούρκος, με το όνομα Αλής, και τον εξισλάμισε δίνοντας του το όνομα Ιμπραήμ. Μετά από δύο μήνες, ο Νικόλαος, αφού μετάνιωσε πικρά, όπως ο Πέτρος που αρνήθηκε τον Χριστό, κατόρθωσε να δραπετεύσει και να επιστρέψει στην οικογένειά του. Ο πατέρας του τον φυγάδευσε στο χωριό Κεραμίδι του Βόρειου Πηλίου, κι από εκει πήγε μαζί με άλλους τεχνίτες στην Κρήτη.
Μετά τον θάνατο του θετού του πατέρα ο άγιος αποφάσισε να αναχωρήσει για το αγιώνυμο όρος. Κατά τη διάρκεια της περιήγησης του στα είκοσι ιερά Μοναστήρια και τα υπόλοιπα ασκηταριά, προσπαθούσε να βρει έναν έμπειρο πνευματικό για την εξομολόγησή του και μετάληψη των αχράντων και ζωοποιών μυστηρίων. Έφτασε στην Ιερή Μονή των Αγίων και Πανευφήμων Αποστόλων, όπου, μετά την εξομολόγηση του και κοινωνία των θειων μυστηρίων, πήρε και το μέγα και Αγγελικό σχήμα για περισσότερη άσκηση πνευματικών αγώνων και μετονομάσθηκε σε Γεδεών. Βλέποντας οι πατέρες του Μοναστηριού την ευλάβεια του, την υπακοή του και την ασκητική, ζωή του (νηστείες, αγρυπνίες γονυκλισίες) τον όρισαν εκκλησιάρχη.
Έπειτα από πολλή άσκηση και προσευχή αποφάσισε να επιστρέψει στον τόπο καταγωγής του και να ομολογήσει ενώπιον των Αγαρηνών την πίστη του στον Χριστό. Την Μεγάλη Πέμπτη φορώντας στο κεφάλι του στεφάνι από τριαντάφυλλα και άλλα λουλούδια και προσποιούμενος ο μακάριος, ως άλλος Συμεών, τον δια Χριστόν σαλόν, παρουσιάστηκε στον Αλή, που τον είχε εξισλαμίσει και ομολόγησε τον Χριστό. Ο Τούρκος αμέσως ζήτησε να τον συλλάβουν και να τον οδηγήσουν στον δικαστή. Την επόμενη μέρα, Μεγάλη Παρασκευή, ο άγιος προσευχόμενος, φορώντας στο κεφάλι το ίδιο στεφάνι και κρατώντας δύο κόκκινα αυγά παρουσιάστηκε στον κριτή και του είπε «Χριστός Ανέστη, κριτά και εις έτη πολλά». Ο κριτής αν και δέχτηκε πολλές προκλήσεις από τον Άγιο, θεωρώντας τον «φρενόληπτον» αποφάσισε να μην τον τιμωρήσει και διέταξε να τον απομακρύνουν βίαια από το κριτήριο.
Με τον πόθο, όμως, του μαρτυρίου δεν σταμάτησε να προκαλεί τους Τούρκους περιφρονώντας τη θρησκεία τους και διψώντας το υπέρ Χριστού μαρτύριο του. Κι είναι αυτοί οι κύριοι λόγοι που οδηγούν στη σύλληψη του στην Αγριά του Βόλου, από τουρκική φρουρά, και στη βίαιη προσαγωγή του στον Τύρναβο. Μπροστά στον Βελή πασά ομολόγησε «το θεοστυγές και ψυχόλεθρον αμάρτημά του», την μετάνοια και τον πόθο του για ομολογία του αληθινού Θεού, «προς εξάλειψιν του ρύπου της αρνήσεως». Ο πασάς τον έκλεισε στη φυλακή. Την άλλη μέρα, αφού κάλεσε και από τη Λάρισα τους επισημότερους Οθωμανούς και τον μουλά, διέταξε να φέρουν μπροστά του τον άγιο. Πάλι μπροστά τους ο άγιος με πολύ θάρρος ομολόγησε το παράπτωμα της άρνησης του Χριστού και την εγκάρδια μεταμέλεια του. Η αποτυχία δελεασμού του αγίου εκ μέρους των Τούρκων να τον μεταστρέψουν και να τον επαναφέρουν στον Ισλαμισμό και το ανδρείο της θέλησής του εξόργισε τον Βελή πασά, ο οποίος διέταξε αφού του ξυρίσουν το κεφάλι και τον απογυμνώσουν, στη θέση των μαλλιών να του φορέσουν κοιλιά προβάτου και ανεβασμένο ανάποδα πάνω σε γάιδαρο κρατώντας την ουρά του να τον διαπομπεύσουν στους δρόμους του Τυρνάβου. Η απτόητη παρρησία του Μάρτυρα εξόργισε τους Τούρκους και ο Βελή πασάς διέταξε να τον ακρωτηριάσουν. Ο άγιος, αφού έκανε το σημείο του Τιμίου Σταυρού, με γενναιότητα άπλωνε τα μέλη του πάνω στο κούτσουρο για να κοπούν και παρακινούσε τον δήμιο (ο οποίος ήταν Αιγύπτιος Χριστιανός) να εκτελέσει τη διαταγή. Ο μακάριος Γεδεών προσεύχονταν με την αλύγιστη καρδιά του, που όντως φλέγονταν από αγάπη Θεϊκή και σαν να υπέφερε άλλος, χωρίς να δείχνει κανένα σημάδι πόνου, χωρίς καν να αλλάξει η όψη του προσώπου του, υπέμεινε ως γενναίος αθλητής του Χριστού το μαρτύριο του. Τον άφησαν αιμόφυρτο όλη την ημέρα στην παγωμένη αυλή του πασά και το βράδυ δόθηκε διαταγή να τον σηκώσουν και να τον ρίξουν στον χώρο όπου περνούσαν τα λύματα του σπιτιού του. ‘Ήταν ακόμα ζωντανός. Στον βρωμερό εκείνο χώρο ο άγιος παρέδωσε το πνεύμα του στις 30 Δεκεμβρίου του 1818.
Βιβλιογραφία
Ορθόδοξος Συναξαριστής, Άγιος Γεδεών ο Νέος Οσιομάρτυρας
Βίος και Μαρτύριον τοῦ Ἁγίου Νεομάρτυρος Γεδεών, Ἅγιον Ὄρος 2014.
Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου, Ο Άγιος Οσιομάρτυς Γεδεών (Καρακαληνός) ο Νέος ο εν Τυρνάβω.
Ορθόδοξος Συναξαριστής, Άγιος Γεδεών ο Νέος Οσιομάρτυρας
Βίος και Μαρτύριον τοῦ Ἁγίου Νεομάρτυρος Γεδεών, Ἅγιον Ὄρος 2014.
Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου, Ο Άγιος Οσιομάρτυς Γεδεών (Καρακαληνός) ο Νέος ο εν Τυρνάβω.
* Η Κωνσταντινιά Πατσή είναι διευθύντρια του ΓΕΛ Τυρνάβου. Πτυχιούχος της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, κάτοχος Μεταπτυχιακού διπλώματος Master of Business Administration (MBA) του Staffordshire University
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου