Ταμένο blog...
στίγματα κάποιων στιγμών
και θαυμάτων

Τρίτη 15 Αυγούστου 2017

Νοσοκομείο Βόλου: Τι κρίμα, να μη «γιατρεύεται» η Πίστη!




































Νοσοκομείο Βόλου: Τι κρίμα, να μη «γιατρεύεται» η Πίστη!

 Γιορτάζει η Παναγιά μας, σήμερα.

Μάλλον, εμείς οι Έλληνες, οι Ορθόδοξοι, γιορτάζουμε και αύριο την Παναγιά μας.
Παραμονή, χθες, ο περισσότερος κόσμος πήγε εκκλησία, εκτός από εκείνους που –ίσως- πήγαν διακοπές, από εκείνους που δεν θα πήγαιναν, έτσι κι αλλιώς, για δικούς τους δεκτούς λόγους και εκτός κι από μένα, φυσικά!
…Εγώ, που κάποτε δεν άφηνα ακάλυπτη θρησκευτική εκδήλωση της πόλης μας!
Αλλάζουν οι καιροί…
Συμβαίνει και στις καλύτερες οικογένειες!
Συμβαίνει και δεν το πήρε χαμπάρι, όλη η Ελλάδα!
Μέσα σε «όλη», κι εγώ.

Είπα στην Παναγιά, δεν με παίρνει να πάω αλλού, αφού θα Είσαι, έτσι κι αλλιώς, κι εκεί, θα σε ‘φχαριστήσω…

Ετοίμασα το λαδάκι μου, τα σχετικά μου, ήρθε ο άντρας μου και με πήρε και πήγαμε να δούμε έναν γνωστό του (και μου, φίλος δεν λέω εύκολα, τώρα τον γνώρισα, συμπαθέστατος, προσευχήθηκα απ’ την πρώτη στιγμή για κείνον, μόλις έμαθα τα δύσκολά του, κλείνει η μεγάλη παρένθεση), στο Νοσοκομείο.
Πού αλλού;
Εκεί κι αν χρειάζονται πομπές με την εικόνα της Παναγιάς!

Φτάσαμε, παρκάραμε, η πρώτη μου εξήγηση ήταν: «θ’ ανάψω πρώτα το μικρό προσκυνητάρι και μετά της Παναγιάς! Δε θα κάνω πάνω από δέκα λεπτά, μη μου αρχίσεις και γκρινιάζεις, πες ότι πήγα εκκλησία!» του είπα.
«Ας πήγαινες! Σου είπα εγώ, όχι;»
«Όχι, δε θα έλεγες, αλλά θα σου την έσπαγα, σε ξέρω, οπότε είμαι εδώ, μαζί σου και για τσίπουρα μετά, αφού γουστάρεις, πάλι!
Δεν γκρίνιαξε, αυτό προλαβαίνω, πια! Εξηγούμαι νωρίτερα. Κατεβήκαμε, έψαχνα την τσάντα μου, να βρω τα «σύνεργά» μου, προχωρούσα, προχωρούσα, πουθενά προσκυνητάρι!
Ο άντρας μου καθυστερούσε στο αμάξι, να περνάει ο χρόνος…

Ε, ρε, παιδιά!
ΚΑΙ μόλις το βλέπω, τι να σας πω;
ΤΙΠΟΤΑ!
Έκλαψε η ψυχή μου!

Με βρήκε ο άντρας μου, εκεί, να φωτογραφίζω και να «πονάω».
«Θα έπεσε, κι έσπασε», μου είπε.
Ποιο να έπεσε;
Τι ήταν το προσκυνητάρι να πέσει;
Ποτήρι;

Κι αν έστω, κάποιος το έσπασε, γιατί μόνο του δεν γίνεται, γιατί το άφησαν εδώ;
ΓΙΑΤΙ;
Δε λέω για τον Δήμο. Οι υπεύθυνοι του Νοσοκομείου, ακόμα και οι μη, δεν το είδαν;
Κανένας δεν νοιάστηκε;
Κανένας δεν πόνεσε να το βλέπει σαν σκουπίδια και σαν δοχείο απορρημάτων;

Βρήκα δυνάμεις να προχωρήσω.
Κοίταξα από μακριά την Θεοσκότεινη Παναγιά, η φλόγα αναβώσβηνε:
«Κάνε υπομονή, Παναγιά μου, μετά θα ‘ρθω. Έχουμε ασθενή και ήδη, διαλύθηκα.»

Χάρηκε ο άντρας μου που δεν τον καθυστέρησα, όπως νόμιζε και προχωρήσαμε προς την είσοδο του Νοσοκομείου.
Ευτυχώς που έφεγγε η ταμπέλα, κάποια φώτα του Δήμου, κάποια παράθυρα του Νοσοκομείου και τα κοκορίκια απ’ τα ταξί!
Έλεος! Τι σκοτάδια ήταν αυτά;
Νύχτα ήταν!
Πού πήγαμε; Σε σκοτεινό πάρκο ή σε είσοδο Νοσοκομείου;
Ξέχασαν να τα ανάψουν;
Έτυχε και κάηκαν;
Δεν ξέρω!
Πάντως, όλο το προαύλιο της εισόδου, θύμιζε νεκροταφείο, κι ο κόσμος εκεί κάτω, που καθόταν στα παγκάκια, κι άλλοι περιφέρονταν, είμαι σίγουρη πως είχαν ανάγκη από ΦΩΣ!
Απ’ το Φως που δίνει ελπίδα!
Δεν πήγαν σε μπαράκι, σε Νοσοκομείο πήγαν και σίγουρα από ανάγκη!
Έλεος!

Όλα καλά με τα μέσα, αλίμονο, αν πω κουβέντα, είχε πολύ φως και νομίζω και χαίρομαι, όχι και πολλούς αρρώστους!
Μακάρι όλοι οι άνθρωποι να είναι γεροί και στα σπίτια τους!

Φεύγω, λοιπόν, ένα δεκάλεπτο νωρίτερα, απ’ τον φίλο μας, για να πάω χαλαρή στην Παναγιά μου και Παναγιά μας, όσοι Την πιστεύετε!

Σκοτάδια πάλι, τρεμόσβηνε ακόμα η φλόγα του καντηλιού, με περίμενε…
Μα, τι καντήλι είναι αυτό;
Ποιος χάρισε στην Παναγιά μας, τόση σκιά στην φλόγα της;
Τα τόσο προστατευτικά είναι για ρομάντζα ή για δάση που εύκολα καίγονται…

…Άλλα, δε λέω.
Τι να πω;
Σε ποιον να πω;
Δεν υπάρχει ένας «υπεύθυνος»!
Υπεύθυνοι είμαστε όλοι εμείς, που βλέπουμε στραβά και δεν μιλάμε και δεν αντιδράμε.
Σ’ όσες εκκλησιές κι αν πάμε, από κάτι τέτοια «απλά», είναι χαμένος ο Παράδεισος…
Ακόμα και πολλοί «οδηγοί» μας, απ’ έξω θα είναι, μαζί μας… παρέα, να κοιτάζουμε τις φωτιές και να καιγόμαστε…

Την έχουν «σκοτεινιάσει» πολύ αυτή την Παναγιά, του Νοσοκομείου.
Χρόνια κλαίει.
Προτείνω να το αποσύρουν αυτό το εκκλησσάκι από κει, και να το πάνε σ’ ένα πάρκο.
Εκεί θα λάμπει, καλύτερα.
Βάναυση και αργή λεηλασία, ας μη μπερδεύετε με τις αγνές προσευχές, αρρώστων και συγγενών.

Είχα να πάω καιρό πολύ.
Τελευταία φορά είχα βρει ούρα… στο πάτωμα, κοντά στο καντηλάκι.
Νύχτα ήταν και τότε και βρώμαγε.
Προσπάθησα να τα μαζέψω, όσο γίνονταν…
Τότε κι αν πόνεσα…

Λυπάμαι που τα λέω, μέρα που ξημέρωσε και την γιορτάζουμε… τάχα!
Την κοροϊδεύουμε και το ξέρει.

Σ’ χώρα με, Παναγιά μου, που δεν είμαι τόσο δυνατή, ώστε να βγω στους δρόμους… «κάτι» σαν την Λουκά και να φωνάζω.
Ανάθεμα στην λογική που με κρατάει σε μια καρέκλα.

Προκαλεί, λέει, η Πίστη μας, συνάμα υπάρχουν και τρελάδικα…
Ναι, και στο Νοσοκομείο, έχει!
Έχει και Νεκροταφεία…
Γνωστά.

(Ξημερώματα 15Αύγουστου 2017, ημέρα Τρίτη.)

2 σχόλια:

Κατερίνα δε 'στάπα; είπε...

Υγ. Κάπως βιαστική και ένα «μάτσο», χάλια η ανάρτηση…
Αισθητικά απαράδεκτη για το θέμα της.
Δεν πειράζει!
Η ουσία μ’ ενδιέφερε (και με πολλά εμπόδια, συν ρίσκα…) αρκεί που κατάφερα να την πω.
Όλοι συζητούν και φοβούνται έναν πόλεμο που θα έρθει!
Μα, τόσα χρόνια, δεν κατάλαβε κανείς, πως ήδη «πολεμάμε»;
Όλοι πια, είναι στα μετόπισθεν;
Μπράβο, βόλεμα!
Υγ. 2.
Γιορτάζουμε και ανταλάσσουμε ευχές, σήμερα!
Από συνήθεια, λες;
Ναι, είναι μια Καλή ευκαιρία για αντάμωμα, χαμόγελα και πανηγύρια.
Και στο βάθος… σκοτάδια και (ντου)βάρια!.

Κυκλαμίνα είπε...

Yg. 2 O φίλος μας βγήκε πρωί - πρωί! Και όλοι του θαλάμου! Κι ο παππούς!
Είχαν δεχθεί με την καρδιά τους, το λαδάκι του Αγίου Εφραίμ, που τους πήγα...