Μετά το όνειρο κι αφού οι επόμενες εξετάσεις μου πήγαν καλύτερα, κι ένιωθα κι εγώ η ίδια καλύτερα, αποφάσισα να πάω κι εγώ σ' αυτό το μοναστήρι. Ήθελα να ευχαριστήσω από κοντά Αυτόν τον Νέο Άγιο που εμφανίστηκε έτσι ξαφνικά στη ζωή μου και τον έλεγαν Άγιο Εφραίμ!
Περιττό να πω, πως δεν ήξερα πως να πάω, δεν κατέχω γρι από Αθήνα, αλλά όλοι οι δρόμοι με οδηγούσαν Εκεί, λες και ήταν ανοιχτές όλες οι πόρτες...
Περιττό να πω, πως όταν έφθασα εκεί έκλαιγα, χωρίς καν να ξέρω το γιατί!
Το μοναστήρι είχε ελάχιστο κόσμο. Μετρημένα άτομα, κι αυτό μ' έκανε να μ' αρέσει πολύ και να είμαι ακόμα πιο συγκεντρωμένη στη προσευχή μου.
Έφθασα στο μοναστήρι, προχώρησα, άναψα τα μεγάλα μου κεριά έξω, πέρασα στα μικρά κεριά (πρώτα ήταν αλλού τα κηροπήγια με τα δωρεάν μαύρα μικρά κεράκια).
Ήταν μόνο μία κυρία στα κεριά, που μάλιστα έφυγε.
Προχώρησα προς την κύρια εκκλησία. Ένας νεαρός με ριγέ μπλούζα καθότανε σ' ένα στασίδι, δεξιά, μπαίνοντας στην πόρτα και διάβαζε μια προσευχή.
Μια κυρία προσεύχονταν και έκανε μετάνοιες στην εικόνα της Παναγιάς, έξω απ' το Ιερό.
Κανένας άλλος μέσα στην εκκλησία.
Εγώ εν τω μεταξύ να κλαίω ασταμάτητα.
Προχώρησα και είδα από μακριά την Αγία Κάρα του. Εγώ πάντα φοβόμουνα τα φέρετρα, πόσο μάλλον το σκήνωμα...
Έτσι, φοβισμένη, πλησίασα δειλά δειλά στα πόδια του.
Έκλαιγα και παραμιλούσα.
"Πες μου... Εσύ ήσουνα στο όνειρό μου;" τον ρώτησα.
Εκείνη τη στιγμή, είδα δίπλα στο στασίδι, κοντά στο κεφάλι του Αγίου, έναν άντρα με μαύρο μανίκι, σακάκι, να σκύβει σα να κρυφακούει την προσευχή μου.
Τότε κατάλαβα πως παραφέρομαι και μιλάω δυνατά και θα γινόμουνα ρεζίλι στους άλλους παρευρισκόμενους.
Να μην τα πολυλογώ, συνέχισα νοερά την προσευχή μου και βρήκα το θάρρος να φτάσω και να ασπαστώ και την κεφαλήν Του, πάνω απ' το τζάμι, φυσικά! Τότε είχα την ορατότητα να δω και το στασίδι δίπλα. Ήθελα να δω ποιος με άκουσε, σε ποιον έγινα ρεζίλι...
Δεν καθόταν κανένας.
Κοίταξα γύρω γύρω. Πουθενά, ούτε μέσα, ούτε έξω στο πραύλιο δεν υπήρχε άνθρωπος που να φορούσε μαύρο σακάκι ή ράσο, γιατί εγώ έβλεπα έναν αγκώνα να κινείται και μισό κεφάλι. (Σαν κάποιον που κρύβεται για να μην τον δουν, ότι κρυφακούει, αλλά φαίνονται το χέρι του, το κεφάλι του και οι κινήσεις του.)
Ήταν ή ώρα που έκλεινε το μοναστήρι και δεν υπήρχε κόσμος.
Δεν ήξερα πως θα φύγω από κει και εμφανίστηκε μπροστά μου ένας ταξιτζής. Κάποιον είχε φέρει, ήρθε ν' ανάψει κερί, δεν θυμάμαι.
Μπήκα μέσα και συζητώντας για τον θαυματουργό Άγιο, του είπα πως Τον γνώρισα στο όνειρό μου και για την ντροπή που ένιωσα που κάποιος άκουσε την προσευχή μου κ.λ.π.
Όταν του είπα πως δεν τον ξανείδα όμως, τότε εκείνος νευρίασε μαζί μου:
"Καλά κυρά μου! Δεν κατάλαβες πως ήταν το όραμα του Αγίου Εφραίμ; Από μέσα σου έλεγες την προσευχή σου κι Εκείνος σου παρουσιάστηκε! Και ούτε θα τον ξαναδείς!"
"Βρε κοίτα σε κάτι ανθρώπους που παρουσιάζεται ο Άγιος!" μονολόγησε και ήταν όλο νεύρα μαζί μου.
Τι να πω; Πως ένιωσα; Διπλή και τριπλή ντροπή! Άσε που παρακαλούσα τον Άγιο να με βοηθήσει να φτάσω σπίτι μου, γιατί ο ταξιτζής δεν οδηγούσε, απλά κρατούσε ένα τιμόνι και το κεφάλι του κοίταζε συνέχεια πίσω εμένα και με μάλωνε! Ήθελε να με πάει εκείνη τη νύχτα σε έναν δικό του παπά να εξομολογηθώ, κι όταν του είπα πως εγώ θ' αποφασίσω πότε θα πάω, αν θα πάω και σε ποιον, μόνο που δεν με πέταξε έξω απ' το ταξί!
Έτσι... η βραδιά και η πρώτη επίσκεψη στο μοναστήρι είχε τελειώσει, εγώ έφτασα σώα στο σπίτι της κόρης μου και ήξερα πια πως ο Άγιος μου εμφανίστηκε για να μου πει πως "ναι", Αυτός ήταν στο όνειρό μου!... Αυτός ήταν που θα ήταν "πάντα πλάι μου" χωρίς να Τον νοιάζει ο κόσμος τι θα πει!...
Περιττό να πω, πως δεν ήξερα πως να πάω, δεν κατέχω γρι από Αθήνα, αλλά όλοι οι δρόμοι με οδηγούσαν Εκεί, λες και ήταν ανοιχτές όλες οι πόρτες...
Περιττό να πω, πως όταν έφθασα εκεί έκλαιγα, χωρίς καν να ξέρω το γιατί!
Το μοναστήρι είχε ελάχιστο κόσμο. Μετρημένα άτομα, κι αυτό μ' έκανε να μ' αρέσει πολύ και να είμαι ακόμα πιο συγκεντρωμένη στη προσευχή μου.
Έφθασα στο μοναστήρι, προχώρησα, άναψα τα μεγάλα μου κεριά έξω, πέρασα στα μικρά κεριά (πρώτα ήταν αλλού τα κηροπήγια με τα δωρεάν μαύρα μικρά κεράκια).
Ήταν μόνο μία κυρία στα κεριά, που μάλιστα έφυγε.
Προχώρησα προς την κύρια εκκλησία. Ένας νεαρός με ριγέ μπλούζα καθότανε σ' ένα στασίδι, δεξιά, μπαίνοντας στην πόρτα και διάβαζε μια προσευχή.
Μια κυρία προσεύχονταν και έκανε μετάνοιες στην εικόνα της Παναγιάς, έξω απ' το Ιερό.
Κανένας άλλος μέσα στην εκκλησία.
Εγώ εν τω μεταξύ να κλαίω ασταμάτητα.
Προχώρησα και είδα από μακριά την Αγία Κάρα του. Εγώ πάντα φοβόμουνα τα φέρετρα, πόσο μάλλον το σκήνωμα...
Έτσι, φοβισμένη, πλησίασα δειλά δειλά στα πόδια του.
Έκλαιγα και παραμιλούσα.
"Πες μου... Εσύ ήσουνα στο όνειρό μου;" τον ρώτησα.
Εκείνη τη στιγμή, είδα δίπλα στο στασίδι, κοντά στο κεφάλι του Αγίου, έναν άντρα με μαύρο μανίκι, σακάκι, να σκύβει σα να κρυφακούει την προσευχή μου.
Τότε κατάλαβα πως παραφέρομαι και μιλάω δυνατά και θα γινόμουνα ρεζίλι στους άλλους παρευρισκόμενους.
Να μην τα πολυλογώ, συνέχισα νοερά την προσευχή μου και βρήκα το θάρρος να φτάσω και να ασπαστώ και την κεφαλήν Του, πάνω απ' το τζάμι, φυσικά! Τότε είχα την ορατότητα να δω και το στασίδι δίπλα. Ήθελα να δω ποιος με άκουσε, σε ποιον έγινα ρεζίλι...
Δεν καθόταν κανένας.
Κοίταξα γύρω γύρω. Πουθενά, ούτε μέσα, ούτε έξω στο πραύλιο δεν υπήρχε άνθρωπος που να φορούσε μαύρο σακάκι ή ράσο, γιατί εγώ έβλεπα έναν αγκώνα να κινείται και μισό κεφάλι. (Σαν κάποιον που κρύβεται για να μην τον δουν, ότι κρυφακούει, αλλά φαίνονται το χέρι του, το κεφάλι του και οι κινήσεις του.)
Ήταν ή ώρα που έκλεινε το μοναστήρι και δεν υπήρχε κόσμος.
Δεν ήξερα πως θα φύγω από κει και εμφανίστηκε μπροστά μου ένας ταξιτζής. Κάποιον είχε φέρει, ήρθε ν' ανάψει κερί, δεν θυμάμαι.
Μπήκα μέσα και συζητώντας για τον θαυματουργό Άγιο, του είπα πως Τον γνώρισα στο όνειρό μου και για την ντροπή που ένιωσα που κάποιος άκουσε την προσευχή μου κ.λ.π.
Όταν του είπα πως δεν τον ξανείδα όμως, τότε εκείνος νευρίασε μαζί μου:
"Καλά κυρά μου! Δεν κατάλαβες πως ήταν το όραμα του Αγίου Εφραίμ; Από μέσα σου έλεγες την προσευχή σου κι Εκείνος σου παρουσιάστηκε! Και ούτε θα τον ξαναδείς!"
"Βρε κοίτα σε κάτι ανθρώπους που παρουσιάζεται ο Άγιος!" μονολόγησε και ήταν όλο νεύρα μαζί μου.
Τι να πω; Πως ένιωσα; Διπλή και τριπλή ντροπή! Άσε που παρακαλούσα τον Άγιο να με βοηθήσει να φτάσω σπίτι μου, γιατί ο ταξιτζής δεν οδηγούσε, απλά κρατούσε ένα τιμόνι και το κεφάλι του κοίταζε συνέχεια πίσω εμένα και με μάλωνε! Ήθελε να με πάει εκείνη τη νύχτα σε έναν δικό του παπά να εξομολογηθώ, κι όταν του είπα πως εγώ θ' αποφασίσω πότε θα πάω, αν θα πάω και σε ποιον, μόνο που δεν με πέταξε έξω απ' το ταξί!
Έτσι... η βραδιά και η πρώτη επίσκεψη στο μοναστήρι είχε τελειώσει, εγώ έφτασα σώα στο σπίτι της κόρης μου και ήξερα πια πως ο Άγιος μου εμφανίστηκε για να μου πει πως "ναι", Αυτός ήταν στο όνειρό μου!... Αυτός ήταν που θα ήταν "πάντα πλάι μου" χωρίς να Τον νοιάζει ο κόσμος τι θα πει!...
2 σχόλια:
Έτυχε να το ξαναδιαβάσω απόψε...
Απ' ότι διάβασα, βλέπω πως και τότε έγραφα βιαστικά, χωρίς πολλές εξηγήσεις και λεπτομέρεις Βέβαια, τότε μ' είχε συνεπάρει η Τέχνη! (Βιβλία, Ποίηση, Blog!) Πού να προλάβω;
Θα μου πεις, τώρα;
Τώρα, τί να γράψω εγώ;
"Κελαηδάει" ΟΛΟΣ Ο ΚΟΣΜΟΣ, για τα Θαύματά του!
ΜΕΓΑΛΗ Η ΧΑΡΗ ΤΟΥ!
...Μ' έβαλε σε "Δρόμους"... να "μάθω" κι Άλλους και ΑΝΩΤΕΡΟΥΣ ΑΠΟ ΕΚΕΙΝΟΝ, μα και ΝΕΟΤΕΡΟΥΣ!
Η Πίστη μας είναι όντως Ζωντανή, αλλά από μας εξαρτάται το αν και πως πιστεύουμε. Το πόσο, δεν "ζυγίζεται", ούτε "φαίνεται", ότι κι αν δείχνουμε εμείς με την εξωτερική εικόνα μας.
Επίσης, δεν ήταν ταγκό. Μπλουζ, ήταν. Τα χέρια μου τα είχα γύρω απ' τον λαιμό Του.
Δεν έχει σημασία πια, να περιγράφω το πρώτο όνειρο! Έχω δει τόσα χρόνια, τόσα πολλά! Κι όχι μόνο με τον Άγιο Εφραίμ!
Αρκετά είναι καταγεγραμμένα και εδώ, στις σκόρπιες σελίδες μου.
Το θέμα μας τώρα είναι η πραγματικότητα της εποχής μας, δυστυχώς!
Δημοσίευση σχολίου